|
Μιχαήλ Αξελός
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Μιχαήλ Αξελός (Ιούλιος 1877 - 15 Μαρτίου 1965) ήταν
Έλληνας ζωγράφος και ο πρώτος Έλληνας σχεδιαστής
τραπεζογραμματίων.
Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1877 στη Σητεία της Κρήτης. Ο
πατέρας του, Κωνσταντίνος Αξελός (1844-1913), ο οποίος
καταγόταν από το Πήλιο, είχε διοριστεί αρχικά Διοικητής
στο Λασίθι και κατόπιν διετέλεσε Νομάρχης Λασιθίου. Η
μητέρα του, Άννα (το γένος Αριστάρχη), είχε κρητική
καταγωγή. Στα τέλη της δεκαετίας του 1880 η οικογένεια
μετακόμισε αρχικά στον Πειραιά και ύστερα στην Αθήνα,
όπου ο Μιχαήλ Αξελός ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές
του. Το 1902, έτος αποφοίτησής του από τη Νομική Σχολή
Αθηνών, προσελήφθη με τον βαθμό του Δόκιμου στην Εθνική
Τράπεζα της Ελλάδος. Μόλις άρχισε να λειτουργεί η
Τράπεζα της Ελλάδος (Μάιος 1928), ο Αξελός μετατέθηκε
εκεί. Το 1911 παντρεύτηκε τη Μάρθα Ταρσούλη, η οποία
καταγόταν από την Κορώνη της Πελοποννήσου. Μαζί της
απέκτησε δύο κόρες.
Ο Μιχαήλ Αξελός πέθανε τον Μάρτιο του 1965 στην Αθήνα.
Σπουδές
Το 1895 ο Αξελός εγγράφηκε στη Νομική Σχολή Αθηνών, απ'
όπου πήρε το πτυχίο του το 1902. Το 1903 εγγράφηκε στη
Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, από την οποία αποφοίτησε
το 1908. Καθηγητές του ήταν ο Γεώργιος Ιακωβίδης, ο
Δημήτριος Γερανιώτης και ο Γεώργιος Ροϊλός, μεταξύ άλλων.
Επομένως, το περιβάλλον μέσα στο οποίο σπούδασε και
δημιούργησε τα πρώτα του έργα ήταν αυστηρό και
συντηρητικό, με ελάχιστα ανοίγματα προς τις νεότερες
τάσεις.
Από το 1911 έως το 1914 συνέχισε τις σπουδές του στο
Παρίσι, στην Académie Julian και στην Académie de la
Grande Chaumière. Ο Αξελός έφθασε στο Παρίσι σε μια
μάλλον μεταβατική εποχή, καθώς βρέθηκε από τη μια πλευρά
στον απόηχο της έκρηξης του φωβισμού, στο Salon
d’Automne του 1905, και από την άλλη στην έξαρση του
κυβισμού, στα Salons του 1910 και 1911. Εξίσου
σαγηνευτικό ήταν το πνεύμα της Belle Époque, έστω και
στην ύστερη φάση του.
Τα χρόνια της Τράπεζας της Ελλάδος
Η επαγγελματική σταδιοδρομία του Αξελού ξεκίνησε στην
Εθνική Τράπεζα το 1902. Εκεί του ανατέθηκε για πρώτη
φορά το 1918 ο σχεδιασμός των νέων τύπων
τραπεζογραμματίων. Μέχρι τότε, η σύνθεση ήταν έργο ξένων
καλλιτεχνών και η παραγωγή τους γινόταν αποκλειστικά στο
εξωτερικό. Με την έναρξη της λειτουργίας της Τράπεζας
της Ελλάδος (Μάιος 1928), ο Αξελός μετατέθηκε εκεί με
τον βαθμό του Τμηματάρχη Β΄. Μέχρι το 1946, όταν
συνταξιοδοτήθηκε λόγω ορίου ηλικίας, ασχολήθηκε όχι μόνο
με τα κέρματα και τα τραπεζογραμμάτια, αλλά και με
οτιδήποτε άλλο απαιτούσε καλλιτεχνική επιμέλεια (λαχεία,
ομόλογα, σπιρτόκουτα κ.λπ.).
Θεματολογικά, επέλεξε να χρησιμοποιήσει αρχαιοελληνικές
κυρίως παραστάσεις και μοτίβα, αλλά και συμβολικές
αναφορές στους τομείς της σύγχρονης ζωής (γεωργία,
ναυτιλία, εμπόριο, βιοτεχνία). Στη διάρκεια των είκοσι
χρόνων που ασχολήθηκε με τη διαδικασία αυτή (1918-1938),
ο Αξελός βασιζόμενος στην εξαιρετική τεχνική του
κατάρτιση, στη συνέπεια και στον ζήλο του, κατάφερε να
τονίσει την αισθητική και καλλιτεχνική πλευρά ενός
λειτουργικού αντικειμένου, αντιμετώπιζοντάς το ως ένα
μικρό έργο τέχνης.
Το ελεύθερο έργο του Μιχαήλ Αξελού
Ο Αξελός προτίμησε να κινηθεί καλλιτεχνικά στην ασφάλεια
της ακαδημαϊκής γνώσης. Δεν είχε τη θεωρητική υποστήριξη,
ούτε την καλλιτεχνική ανάγκη να εκφραστεί πιο
ριζοσπαστικά, γνωρίζοντας άλλωστε ότι, εργαζόμενος
αρχικά στην Εθνική Τράπεζα και κατόπιν στην Τράπεζα της
Ελλάδος, θα αναγκαζόταν να κινηθεί σε περισσότερο
συντηρητικά μονοπάτια. Εντούτοις, από αρκετά έργα του
αναδεικνύονται στοιχεία που δείχνουν ότι προσπαθούσε να
αποδώσει όσα είχε μάθει και δει κατά τη διάρκεια των
σπουδών του στο Παρίσι, άλλοτε επιφανειακά και άλλοτε
μέσα από μια πιο πολύπλοκη διαδικασία.
Μετά το 1950, ο Αξελός κάνει τη δική του προσπάθεια να
ξεφύγει από τα όρια του ακαδημαϊσμού, χωρίς όμως να
απεμπολήσει τις δυνατότητες με τις οποίες ήταν
προικισμένος: τη σχεδιαστική ικανότητα, την καλή γνώση
του χρώματος και την άρτια τεχνική του κατάρτιση. Η
αποδέσμευσή του από τα υπαλληλικά του καθήκοντα
σηματοδότησε μια νέα περίοδο στην καλλιτεχνική του
δημιουργία. Χωρίς βέβαια να αλλάζει ριζικά, η ζωγραφική
του κατά κάποιον τρόπο απελευθερώνεται, γίνεται λιγότερο
αυστηρή και ξεφεύγει από το συντηρητικό πλαίσιο όπου ο
ίδιος την είχε συνειδητά τοποθετήσει.
Ο Μιχαήλ Αξελός ανήκει σε μια γενιά καλλιτεχνών, όπως ο
Παύλος Μαθιόπουλος, ο Επαμεινώνδας Θωμόπουλος, ο Δήμος
Μπραέσσας και κάποιοι ακόμη, οι οποίοι βρέθηκαν στο
μεταίχμιο μεταξύ του ακαδημαϊσμού και μιας ήπιας
έκφρασης τάσεων του γαλλικού κυρίως μοντερνισμού.
Επιπλέον, οι ζωγράφοι αυτοί είχαν την «ατυχία» να
προηγηθούν των συναδέλφων τους της αποκαλούμενης γενιάς
του ’30, με αποτέλεσμα το έργο τους είτε να παραμεληθεί
είτε να αντιμετωπιστεί κάτω από το βάρος της σύγκρισης
με όσα σπουδαία ακολούθησαν.
Καλλιτεχνική δραστηριότητα
Το 1915 ο Μιχαήλ Αξελός εκθέτει, για πρώτη φορά, στην
έκθεση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών στο Ζάππειο. Θα
ακολουθήσουν και άλλες τέσσερεις συμμετοχές του στην
ίδια έκθεση, τα έτη 1917, 1921, 1929 και 1936.
Το 1918 συμμετέχει στη Γαλλοελληνική έκθεση στο Ζάππειο.
Το 1920 γίνεται μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών.
Το 1924 ο Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός φιλοξενεί την
πρώτη ατομική του έκθεση.
Το 1928 κάνει ατομική έκθεση στην γκαλερί Στρατηγοπούλου.
Το 1934 μετέχει, μαζί με άλλους Έλληνες καλλιτέχνες, στη
Μπιενάλε της Βενετίας.
Το 1937 εκθέτει ξανά στην γκαλερί Στρατηγοπούλου.
Το 1938 γίνεται ιδρυτικό μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων
Ζωγράφων.
Το 1950 γίνεται μέλος της Γαλλοελληνικής Ένωσης και
μετέχει στην έκθεση De Degas à nos jours στο Ζάππειο.
Το 1962 εκθέτει, για τελευταία φορά, σε ομαδική έκθεση
στο Εντευκτήριο Πνευματικής Συνεργασίας στην Αθήνα.
Βιβλιογραφία
Τράπεζα της Ελλάδος, Μιχαήλ
Αξελός 1877-1965, Ανάμεσα σε δύο κόσμους, Αθήνα: 2015.
ISBN 978-960-7032-70-6.
Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Μιχαήλ
Αξελός 1877-1965, Αθήνα: 1984.
Αργύρη Βουρνά, Μιχαήλ Αξελός 1877-1965, ο ζωγράφος που
έδωσε καθαρά ελληνικό χαρακτήρα στα χαρτονομίσματα,
ένσημα, νομίσματα, κουτόσπιρτα κ.α., (αυτοέκδοση) |