Γεννημένος στην
Αθήνα το 1937, ο
Σαρρής μεγαλωσε μέσα
στον Πόλεμο, την
Κατοχή και τα χρόνια
του εμφυλίου,
γεγονότα και
καταστάσεις που τον
σημάδεψαν καθώς και
επηρέασαν το
καλλιτεχνικό του
έργο. Ο δάσκαλός του
στα «τεχνικά» στο
σχολείο Χαραλαμπίδης
τον ενθάρρυνε να
καλλιεργήσει την
αγάπη του για τη
ζωγραφική και
αργότερα με συμβουλή
του ζωγράφου
Ηλία Δεκουλάκου,
μαθήτεψε την τέχνη
στο φροντιστήριο του
δάσκαλου Πάνου
Σαραφιανού.
Ο Σαρρής φοίτησε από
το 1956 στην Ανώτατη
Σχολή Καλών Τεχνών
όπου και αποφοίτησε
από το εργαστήριο
του Γιάννη Μόραλη.
Ήταν ιδρυτικό μέλος
του «Μορφωτικού
Ομίλου Νέων».
Αργότερα, μετέχει
ενεργά στο φοιτητικό
κίνημα, συνεργάζεται
για το φοιτητικό
περιοδικό
«Συναδελφική», είναι
ιδρυτικό μέλος στο
σύλλογο «Πρωτοπορεία»
και εκδίδει με
άλλους την εφημερίδα
« Πρωτοποριακή
Συναδελφική».
Το 1962 και το 1963
πήρε δύο δεύτερα
βραβεία στην πρώτη
και τη Δεύτερη
Πανελλαδική Έκθεση
Νέων και στην Τρίτη
το 1965, πήρε πρώτο
βραβείο για το έργο
του «Αντίσταση».
Εργάσθηκε σαν
εργατοϋπάλληλος στην
Αρχαιολογική
Υπηρεσία στο τμήμα
αντιγράφων, όπου και
αναγκάσθηκε να
παραιτηθεί με τον
ερχομό της Χούντας.
Η πρώτη του ατομική
έκθεση το 1967, πριν
τη δικτατορία, στις
Νέες Μορφές είχε σαν
αφορμή και θέμα το
θάνατο του αγωνιστή
Σωτήρη Πέτρουλα.
Όπως
αναφέρει ο ίδιος
στον επίλογο της
αυτοβιογραφίας του
(1983, στο βιβλίο
«Φώτης Σαρρής,
ζωγραφική πορεία
1956 - 1983»):
«Αγαπάω τον τόπο
μου, τους ανθρώπους
του και τον
πολιτισμό τους.
Ανήκω σ΄ αυτούς και
τη γενιά μου, τη
γενιά του πολέμου.
Πείνασα και έκλαψα
και έμαθα να
φυλάγομαι από τις
σφαίρες των Αγγλικών
αεροπλάνων τρέχοντας
με τον πατέρα μου σε
«ΝΤΟΥ» κουβαλώντας
ξύλα για τη φωτιά
του σπιτιού μου το
1944. Η γενιά μου
είναι παρεξηγημένη,
ακατανόητη για τους
νεώτερους και πολύ
«ριγμένη». Σήκωσε
όμως το κεφάλι σε
δύσκολους καιρούς,
πράγμα που σήμερα
λίγοι το θυμούνται,
σε μια εποχή χυδαίου
υλισμού, βολέματος,
καριερισμού».
tovima.gr